Εκπαιδευόμενος στα γαλλικά
Μετάφραση: εκπαιδευόμενος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
stagiaire, apprenti, stagiaires, élève, stage
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπαιδευόμενος
εκπαιδευόμενος κλίση, εκπαιδευόμενος ποδοσφαιριστής, εκπαιδευόμενος μάγος, εκπαιδευόμενος λεξικό γλώσσας γαλλικά, εκπαιδευόμενος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- εκπαιδευτής στα γαλλικά - instructeur, moniteur, encadreur, dresseur, entraîneur, professeur, instructeur de, ...
- εκπαιδευτικός στα γαλλικά - éducateur, éducatif, pédagogique, éducation, éducative, enseignement
- εκπαιδεύω στα γαλλικά - former, queue, exercer, élever, morigéner, transmission, entraîner, ...
- εκπαρθένευση στα γαλλικά - défloration, ekparthenefsi
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευόμενος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: stagiaire, apprenti, stagiaires, élève, stage
Μεταφράσεις: stagiaire, apprenti, stagiaires, élève, stage