Εκπαιδευόμενος στα φινλανδικά

Μετάφραση: εκπαιδευόμενος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harjoittelija, oppilas, harjoittelijan, trainee, harjoittelijana
Εκπαιδευόμενος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπαιδευόμενος

εκπαιδευόμενος κλίση, εκπαιδευόμενος ποδοσφαιριστής, εκπαιδευόμενος μάγος, εκπαιδευόμενος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εκπαιδευόμενος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εκπαιδευτής στα φινλανδικά - valmentaja, ohjaaja, opettaja, ohjaajan, opettajan, kouluttaja
  • εκπαιδευτικός στα φινλανδικά - opettava, opetuksellinen, opettavainen, koulutus-, koulutus, koulutuksen, koulutukseen
  • εκπαιδεύω στα φινλανδικά - kasvattaa, harjoittaa, valmentaa, opettaa, totuttaa, sivistää, juna, ...
  • εκπαρθένευση στα φινλανδικά - ekparthenefsi
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευόμενος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: harjoittelija, oppilas, harjoittelijan, trainee, harjoittelijana