Εκπαιδευόμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: εκπαιδευόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nemi, lærlingur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπαιδευόμενος
εκπαιδευόμενος κλίση, εκπαιδευόμενος ποδοσφαιριστής, εκπαιδευόμενος μάγος, εκπαιδευόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκπαιδευόμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εκπαιδευτής στα ισλανδικά - kennari, leiðbeinandi, kennara, kennarinn, leiðbeinanda
- εκπαιδευτικός στα ισλανδικά - mennta, námi, í námi, fræðslu
- εκπαιδεύω στα ισλανδικά - mennta, lest, járnbrautarlest, fræða, að fræða, að mennta, fræðslu
- εκπαρθένευση στα ισλανδικά - ekparthenefsi
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: nemi, lærlingur
Μεταφράσεις: nemi, lærlingur