Εκπαιδευόμενος στα τούρκικα

Μετάφραση: εκπαιδευόμενος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
stajyer, Trainee, Staj, kursiyer, stajyerlik
Εκπαιδευόμενος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπαιδευόμενος

εκπαιδευόμενος κλίση, εκπαιδευόμενος ποδοσφαιριστής, εκπαιδευόμενος μάγος, εκπαιδευόμενος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκπαιδευόμενος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εκπαιδευτής στα τούρκικα - antrenör, eğitmen, eğitmeni, öğretmen, hocası, öğretim üyesi
  • εκπαιδευτικός στα τούρκικα - eğitsel, eğitici, eğitim, eğitimsel, öğretim
  • εκπαιδεύω στα τούρκικα - yetiştirmek, takım, tren, kervan, eğitmek, eğitim, yetiştirmektir, ...
  • εκπαρθένευση στα τούρκικα - ekparthenefsi
Τυχαίες λέξεις
Εκπαιδευόμενος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: stajyer, Trainee, Staj, kursiyer, stajyerlik