Πόρος στα γαλλικά
Μετάφραση: πόρος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pore, ressource, ressources, des ressources, la ressource, de ressources
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πόρος
πόρος καιρός, πόρος παραλίες, πόρος ξενοδοχεία, πόρος δρομολόγια, πόρος διαμονή, πόρος λεξικό γλώσσας γαλλικά, πόρος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- πόρνη στα γαλλικά - rêche, sur, amer, salope*, tarte, salope, astringent, ...
- πόροι στα γαλλικά - provision, remède, milieu, ressource, réserve, ressources, source, ...
- πόρπη στα γαλλικά - tailler, rogner, pince, découper, fendre, écourter, barrette, ...
- πόρτα στα γαλλικά - porte, huis, portillon, portière, la porte, portes, porte de, ...
Τυχαίες λέξεις
Πόρος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: pore, ressource, ressources, des ressources, la ressource, de ressources
Μεταφράσεις: pore, ressource, ressources, des ressources, la ressource, de ressources