Συλλογικός στα γαλλικά
Μετάφραση: συλλογικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
collectif, collecteur, commun, collective, collectives, collectifs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογικός
συλλογικός κατάλογος δημόσιων βιβλιοθηκών, συλλογικός κατάλογος κυπριακών βιβλιοθηκών, συλλογικός συνώνυμα, συλλογικός συνώνυμο, συλλογικός κατάλογος, συλλογικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, συλλογικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- συλλογίζομαι στα γαλλικά - considérer, ruminer, spéculer, étudier, penser, réfléchir, songer, ...
- συλλογικά στα γαλλικά - concurremment, collectivement, collective, ensemble, collectif
- συλλογισμός στα γαλλικά - raisonnant, syllogisme, déduction, argument, raisonnement, le raisonnement, motivation, ...
- συλλογιστικός στα γαλλικά - argument, raisonnant, raisonnement, déduction, syllogistique
Τυχαίες λέξεις
Συλλογικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: collectif, collecteur, commun, collective, collectives, collectifs
Μεταφράσεις: collectif, collecteur, commun, collective, collectives, collectifs