Συλλογικός στα εσθονικά

Μετάφραση: συλλογικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ühine, kollektiivne, kollektiivse, kollektiivsete, kollektiivseid, kollektiivset
Συλλογικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλογικός

συλλογικός κατάλογος δημόσιων βιβλιοθηκών, συλλογικός κατάλογος κυπριακών βιβλιοθηκών, συλλογικός συνώνυμα, συλλογικός συνώνυμο, συλλογικός κατάλογος, συλλογικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, συλλογικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συλλογίζομαι στα εσθονικά - kaaluma, mõtisklema, juurdlema, sügavasti mõtlema, Kaaluda, Kaaluda jtk
  • συλλογικά στα εσθονικά - kollektiivselt, ühiselt, koos, üheskoos, kollektiivne
  • συλλογισμός στα εσθονικά - arutluskäik, arutlemine, põhjendus, põhjendused, põhjendusi, põhjenduste
  • συλλογιστικός στα εσθονικά - arutluskäik, arutlemine, syllogistical
Τυχαίες λέξεις
Συλλογικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ühine, kollektiivne, kollektiivse, kollektiivsete, kollektiivseid, kollektiivset