Συλλογικός στα τούρκικα

Μετάφραση: συλλογικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
toplu, kolektif, ortak, kollektif, kolektif bir
Συλλογικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συλλογικός

συλλογικός κατάλογος δημόσιων βιβλιοθηκών, συλλογικός κατάλογος κυπριακών βιβλιοθηκών, συλλογικός συνώνυμα, συλλογικός συνώνυμο, συλλογικός κατάλογος, συλλογικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, συλλογικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συλλογίζομαι στα τούρκικα - düşünmek, düşünüp taşınmak, cogitate, icat etmek, kafa yormak
  • συλλογικά στα τούρκικα - toplu olarak, toplu, topluca, kolektif, kollektif
  • συλλογισμός στα τούρκικα - muhakeme, akıl yürütme, akıl, mantık, düşünme
  • συλλογιστικός στα τούρκικα - syllogistical
Τυχαίες λέξεις
Συλλογικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: toplu, kolektif, ortak, kollektif, kolektif bir