Συλλογικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συλλογικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
калектыў
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλογικός
συλλογικός κατάλογος δημόσιων βιβλιοθηκών, συλλογικός κατάλογος κυπριακών βιβλιοθηκών, συλλογικός συνώνυμα, συλλογικός συνώνυμο, συλλογικός κατάλογος, συλλογικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συλλογικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συλλογίζομαι στα λευκορωσικά - разважаць, думаць, раздумваць
- συλλογικά στα λευκορωσικά - калектыўна
- συλλογισμός στα λευκορωσικά - развагі, разважанні, разважаньні, разважання
- συλλογιστικός στα λευκορωσικά - syllogistical
Τυχαίες λέξεις
Συλλογικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: калектыў
Μεταφράσεις: калектыў