Ταυτόχρονα στα γαλλικά
Μετάφραση: ταυτόχρονα, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
parallèlement, simultanément, ensemble, même temps, en même temps, fois, la fois
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταυτόχρονα
ταυτόχρονα αγγλικά, ταυτόχρονα συνώνυμο, εομ ταυτόχρονα, ταυτόχρονα στα γαλλικά, ταυτόχρονα ή ταυτόχρονα, ταυτόχρονα λεξικό γλώσσας γαλλικά, ταυτόχρονα στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- ταυτίζω στα γαλλικά - reconnaître, identifions, identifiez, discerner, identifient, s'identifier, identifier, ...
- ταυτότητα στα γαλλικά - reconnaissance, identité, repérage, identification, une identité, l'identité, ayant une identité
- ταυτόχρονος στα γαλλικά - simultané, simultanée, simultanément, simultanées, simultanés
- ταφή στα γαλλικά - enterrement, obsèques, sépulture, inhumation, enfouissement, l'enterrement
Τυχαίες λέξεις
Ταυτόχρονα στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: parallèlement, simultanément, ensemble, même temps, en même temps, fois, la fois
Μεταφράσεις: parallèlement, simultanément, ensemble, même temps, en même temps, fois, la fois