Ακοή στα γερμανικά
Μετάφραση: ακοή, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hearing, hörend, hörweite, hören, Anhörung, zu hören, Gehör, hörte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακοή
ακοή σκύλου, ακοή μωρού, ακοή αγγλικά, ακοή νεογέννητου, ακοή ppt, ακοή λεξικό γλώσσας γερμανικά, ακοή στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ακμή στα γερμανικά - gipfel, Akne, von Akne, Akne zu
- ακμαίος στα γερμανικά - wirksam, eingeschaltet, rege, aktiv, Gedeihen, blühend, blühende, ...
- ακοινώνητος στα γερμανικά - menschenscheu, kontaktarm, ungesellig, unsociable, ungeselligen
- ακολασία στα γερμανικά - ausschweifung, orgie, lasterhaftigkeit, Freizügigkeit, Zügellosigkeit, Ausschweifung, Liederlichkeit, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακοή στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hearing, hörend, hörweite, hören, Anhörung, zu hören, Gehör, hörte
Μεταφράσεις: hearing, hörend, hörweite, hören, Anhörung, zu hören, Gehör, hörte