Ακοή στα ουκρανικά
Μετάφραση: ακοή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заслуховування, слух, слухання, чутка, чутки, чутку
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακοή
ακοή σκύλου, ακοή μωρού, ακοή αγγλικά, ακοή νεογέννητου, ακοή ppt, ακοή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακοή στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ακμή στα ουκρανικά - верхівка, кульмінація, акне
- ακμαίος στα ουκρανικά - самодіяльний, енергійний, ввімкнути, активний, процвітаючий, процвітаюче, успішний, ...
- ακοινώνητος στα ουκρανικά - некомпанійський, відлюдний, нелюдимий, відлюдькуватий, відлюдкуватий, вовчкувате
- ακολασία στα ουκρανικά - п'янство, марнотратства, нездержливість, розпуста, пияцтво, розбещеність, розпущеність, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακοή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: заслуховування, слух, слухання, чутка, чутки, чутку
Μεταφράσεις: заслуховування, слух, слухання, чутка, чутки, чутку