Ακοή στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ακοή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слух, изслушване, изслуша, като изслуша, слуха
Ακοή στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακοή

ακοή σκύλου, ακοή μωρού, ακοή αγγλικά, ακοή νεογέννητου, ακοή ppt, ακοή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακοή στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ακμή στα βουλγαρικά - акне, на акне, акнето, пъпки по лицето
  • ακμαίος στα βουλγαρικά - разцвет, цветущ, процъфтяващ, процъфтяваща, процъфтяващата
  • ακοινώνητος στα βουλγαρικά - необщителен, сдържан, необщителни, стеснявам, саможив
  • ακολασία στα βουλγαρικά - безнравственост, разпуснатост, сладострастие, разпътство, похотливост
Τυχαίες λέξεις
Ακοή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: слух, изслушване, изслуша, като изслуша, слуха