Ανοιχτός στα γερμανικά

Μετάφραση: ανοιχτός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aufmachen, geöffnet, erschließen, eröffnen, übersichtlich, aufschlagen, öffnet, offen, öffnen, offenen, offene
Ανοιχτός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοιχτός

ανοιχτός τομογράφος, ανοιχτός αλληλόχρεος λογαριασμός, ανοιχτός διαγωνισμός, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος, ανοιχτός παιδότοπος, ανοιχτός λεξικό γλώσσας γερμανικά, ανοιχτός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ανοιχτά στα γερμανικά - offen, öffentlich, offen zu, offener, ganz offen
  • ανοιχτοχέρης στα γερμανικά - generös, freigebig, freigiebig, freizügig, offene Hand
  • ανοξείδωτος στα γερμανικά - fleckenfrei, rostfrei, rostfreiem, rost, aus rostfreiem, rostfreien
  • ανοράκ στα γερμανικά - anorak, Anoraks, Anorak, hosen, Parkas
Τυχαίες λέξεις
Ανοιχτός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: aufmachen, geöffnet, erschließen, eröffnen, übersichtlich, aufschlagen, öffnet, offen, öffnen, offenen, offene