Απλουστεύω στα γερμανικά

Μετάφραση: απλουστεύω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vereinfachen, zu vereinfachen, Vereinfachung, vereinfacht, erleichtern
Απλουστεύω στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλουστεύω

απλουστεύω συνωνυμο, απλουστεύω λεξικό γλώσσας γερμανικά, απλουστεύω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • απλοποίηση στα γερμανικά - vereinfachung, Vereinfachung, Vereinfachungs, die Vereinfachung, eine Vereinfachung
  • απλοποιώ στα γερμανικά - vereinfachen, aplopoio
  • απλοχέρης στα γερμανικά - verschwenderisch, überspannt, neidlos, ungrudging, bereitwillig, vom ganzen Herzen kommend
  • απλοϊκός στα γερμανικά - eloquent, einfach, leicht, simpleminded, einfältige, einfältigen, einfältig, ...
Τυχαίες λέξεις
Απλουστεύω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: vereinfachen, zu vereinfachen, Vereinfachung, vereinfacht, erleichtern