Απλουστεύω στα ισλανδικά

Μετάφραση: απλουστεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einfalda, að einfalda, einfaldað, auðvelda, einfaldar
Απλουστεύω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλουστεύω

απλουστεύω συνωνυμο, απλουστεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απλουστεύω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • απλοποίηση στα ισλανδικά - einföldun, einfalda, að einfalda, einföldunar, einföldun því
  • απλοποιώ στα ισλανδικά - aplopoio
  • απλοχέρης στα ισλανδικά - eyðslusamur, ungrudging
  • απλοϊκός στα ισλανδικά - einfaldur, einfaldur til, einfaldur til þess
Τυχαίες λέξεις
Απλουστεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: einfalda, að einfalda, einfaldað, auðvelda, einfaldar