Αυτοδύναμος στα γερμανικά
Μετάφραση: αυτοδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
selbständig, selbstständig, selbständige, selbständiger
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοδύναμος
αυτοδύναμοσ english, αυτοδύναμος συνώνυμα, αυτοδύναμοσ πίνακασ, αυτοδύναμος λεξικό γλώσσας γερμανικά, αυτοδύναμος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αυτεξούσιος στα γερμανικά - umsonst, eigenständig, souverän, offenherzig, befreien, frei, kostenlos, ...
- αυτοβιογραφία στα γερμανικά - autobiographie, Autobiographie, Autobiografie, Selbstbiographie
- αυτοκίνητο στα γερμανικά - selbstbeweglich, personenkraftwagen, kraftwagen, kraftfahrzeug, personenwagen, automobil, pkw, ...
- αυτοκίνητος στα γερμανικά - Selbsttätiger, selbst, Eigen, zur Selbst
Τυχαίες λέξεις
Αυτοδύναμος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: selbständig, selbstständig, selbständige, selbständiger
Μεταφράσεις: selbständig, selbstständig, selbständige, selbständiger