Αυτοδύναμος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αυτοδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
autoconfiante, autossuficientes
Αυτοδύναμος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτοδύναμος

αυτοδύναμοσ english, αυτοδύναμος συνώνυμα, αυτοδύναμοσ πίνακασ, αυτοδύναμος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αυτοδύναμος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αυτεξούσιος στα πορτογαλικά - soberano, livre, lembrança, soltar, sumo, desentalar, fraude, ...
  • αυτοβιογραφία στα πορτογαλικά - autobiografia, autobiography, a autobiografia, biografia
  • αυτοκίνητο στα πορτογαλικά - automóvel, automóveis, carro, de carro, carro de, de automóveis
  • αυτοκίνητος στα πορτογαλικά - automovente, automovimento
Τυχαίες λέξεις
Αυτοδύναμος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: autoconfiante, autossuficientes