Γερουσιαστής στα γερμανικά
Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
senator, Senator, Senators, Senatorin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής
γερουσιαστής λεξικό γλώσσας γερμανικά, γερουσιαστής στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- γεροντικός στα γερμανικά - greisenhaft, senil, senile, senilen, seniler, der senilen
- γερουσία στα γερμανικά - senat, Senat, Senats
- γερός στα γερμανικά - einwandfrei, widerstandsfähig, beleibt, waden, fischblase, fest, stark, ...
- γευματίζω στα γερμανικά - diniere, speisen, essen, Ort, zu speisen, speisen Sie
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: senator, Senator, Senators, Senatorin
Μεταφράσεις: senator, Senator, Senators, Senatorin