Γερουσιαστής στα ρωσικά

Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сенатор, сенат, сенатором, сенатора, Senator
Γερουσιαστής στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής

γερουσιαστής λεξικό γλώσσας ρωσικά, γερουσιαστής στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • γεροντικός στα ρωσικά - дряхлый, старческий, стариковский, старческого, старческое, старческая, старческой
  • γερουσία στα ρωσικά - сенат, совет, Сената, Сенате, сенатом, в Сенате
  • γερός στα ρωσικά - способный, выстукивать, устойчивый, правильный, глубокий, фундаментальный, тучный, ...
  • γευματίζω στα ρωσικά - пообедать, питаться, обедать, отобедать, поужинать, ужинать, обед
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: сенатор, сенат, сенатором, сенатора, Senator