Γερουσιαστής στα δανικά

Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
senator, senatoren, senatet, senatorens
Γερουσιαστής στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής

γερουσιαστής λεξικό γλώσσας δανικά, γερουσιαστής στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γεροντικός στα δανικά - senil, senile, af senil, præsenil
  • γερουσία στα δανικά - senat, senatet, Senatets, Senate, senats
  • γερός στα δανικά - tyk, fast, lyd, hoppende, hoppe, hoppen, at hoppe, ...
  • γευματίζω στα δανικά - spise, spise middag, at spise, spiser, spis
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: senator, senatoren, senatet, senatorens