Γερουσιαστής στα ουκρανικά

Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сенатор
Γερουσιαστής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής

γερουσιαστής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γερουσιαστής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • γεροντικός στα ουκρανικά - старечий
  • γερουσία στα ουκρανικά - пораду, раду, порада, рада, сенат, сенату
  • γερός στα ουκρανικά - стійкий, здібний, кремезний, сильний, товстий, грабує, звук, ...
  • γευματίζω στα ουκρανικά - харчуватися, пообідати, обідайте, обідати, запросити, запросити на
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сенатор