Γερουσιαστής στα λιθουανικά
Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
senatorius, Senator, senatorių, atstovaujantis senatorius
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής
γερουσιαστής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γερουσιαστής στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- γεροντικός στα λιθουανικά - senatvinis, senatvinė, senatvinę, senile, nukaršęs
- γερουσία στα λιθουανικά - senatas, senato, senatui, senate
- γερός στα λιθουανικά - skambėti, garsas, sveikas, šoktelėti, odbijający, šokinėjimui, atmestų
- γευματίζω στα λιθουανικά - papietauti, pietauti, pavalgyti, valgyti, vakarieniauti
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: senatorius, Senator, senatorių, atstovaujantis senatorius
Μεταφράσεις: senatorius, Senator, senatorių, atstovaujantis senatorius