Γερουσιαστής στα εσθονικά

Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
senaator, Senator, senaatori, senatori, senaatorit
Γερουσιαστής στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής

γερουσιαστής λεξικό γλώσσας εσθονικά, γερουσιαστής στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • γεροντικός στα εσθονικά - seniilne, seniilse, senile, seniilset, preseniilne
  • γερουσία στα εσθονικά - senat, riiginõukogu, Senati, senatis, Senate, senatisse
  • γερός στα εσθονικά - häälik, jäme, hääldama, visa, heli, paindumatu, sund, ...
  • γευματίζω στα εσθονικά - lõunastama, lõunatama, einestada, süüa, lõunatada, õhtustada
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: senaator, Senator, senaatori, senatori, senaatorit