Γερουσιαστής στα ολλανδικά
Μετάφραση: γερουσιαστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
senator, Senator is, Senator van
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερουσιαστής
γερουσιαστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γερουσιαστής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- γεροντικός στα ολλανδικά - seniel, seniele, senile, kinds, van seniele
- γερουσία στα ολλανδικά - senaat, de Senaat, senaatsverkiezing van, de senaatsverkiezing van, Senate
- γερός στα ολλανδικά - gerucht, krachtig, stoer, gaan, weerklinken, gezet, hecht, ...
- γευματίζω στα ολλανδικά - dineren, te dineren, eten, dineer, dineert
Τυχαίες λέξεις
Γερουσιαστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: senator, Senator is, Senator van
Μεταφράσεις: senator, Senator is, Senator van