Δικαστήριο στα γερμανικά
Μετάφραση: δικαστήριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
spielplatz, huldigung, hof, gerichtssaal, strafgericht, gerichtshof, motel, gericht, Gericht, Hof, Gerichtshof, Platz, Court
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαστήριο
δικαστήριο των ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαστήριο ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο κληρονομιάς, δικαστήριο της ευρωπαϊκής ένωσης, δικαστήριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, δικαστήριο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- δικαιώνω στα γερμανικά - einstellen, berechtigen, ausrichten, verteidigen, justieren, rechtfertigen, begründen, ...
- δικανικός στα γερμανικά - gerichtlich, forensische, forensischen, forensischer, Forensik
- δικαστής στα γερμανικά - magistrat, Richter, Richters, beurteilen, Richterin
- δικαστικός στα γερμανικά - justizgewalt, justiz, gerichtlich, Justiz-, gerichtlichen, gerichtliche
Τυχαίες λέξεις
Δικαστήριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: spielplatz, huldigung, hof, gerichtssaal, strafgericht, gerichtshof, motel, gericht, Gericht, Hof, Gerichtshof, Platz, Court
Μεταφράσεις: spielplatz, huldigung, hof, gerichtssaal, strafgericht, gerichtshof, motel, gericht, Gericht, Hof, Gerichtshof, Platz, Court