Δικαστήριο στα ουκρανικά
Μετάφραση: δικαστήριο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суд, трибунал, урядування, дворище, подвір'я, двір, корт, суду
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαστήριο
δικαστήριο των ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαστήριο ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο κληρονομιάς, δικαστήριο της ευρωπαϊκής ένωσης, δικαστήριο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δικαστήριο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δικαιώνω στα ουκρανικά - виправдує, виправдовувати, виправдувати, виправдати
- δικανικός στα ουκρανικά - судовий, судочинства, судову, судова, судового
- δικαστής στα ουκρανικά - викладацький, суддя
- δικαστικός στα ουκρανικά - судово, судочинства, судовий, судову, судова, судового
Τυχαίες λέξεις
Δικαστήριο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: суд, трибунал, урядування, дворище, подвір'я, двір, корт, суду
Μεταφράσεις: суд, трибунал, урядування, дворище, подвір'я, двір, корт, суду