Δικαστήριο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δικαστήριο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кароткi, пакой, двор, суд
Δικαστήριο στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαστήριο

δικαστήριο των ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαστήριο ευρωπαϊκών κοινοτήτων, δικαστήριο κληρονομιάς, δικαστήριο της ευρωπαϊκής ένωσης, δικαστήριο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δικαστήριο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δικαιώνω στα λευκορωσικά - апраўдваць, апраўдаць, дапускаў апраўдваць, апраўдвала
  • δικανικός στα λευκορωσικά - судовы, судовую, судовая
  • δικαστής στα λευκορωσικά - суддзя, судзьдзя
  • δικαστικός στα λευκορωσικά - судовы, судовую, судовая
Τυχαίες λέξεις
Δικαστήριο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: кароткi, пакой, двор, суд