Εκδικητικός στα γερμανικά

Μετάφραση: εκδικητικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rachsüchtig, rachsüchtigen, rachsüchtige, nachtragend, rachsüchtiger
Εκδικητικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκδικητικός

εκδικητικός συνώνυμα, εκδικητικός αγγλικά, εκδικητικός άνθρωπος, εκδικητικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, εκδικητικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εκδηλωτικός στα γερμανικά - auslaufend, ausgehend, verlassend, demonstrativ, demonstrative, demonstrativen, Demonstrativpronomen, ...
  • εκδικάζω στα γερμανικά - bemühung, probieren, anstrengung, versuch, versuchen, erproben, mühe, ...
  • εκδικούμαι στα γερμανικά - rächen, vergelten, belohnen, vergilt, zu vergelten, requite
  • εκδοχή στα γερμανικά - übersetzung, deutung, version, lesart, interpretation, fassung, anpassung, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκδικητικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: rachsüchtig, rachsüchtigen, rachsüchtige, nachtragend, rachsüchtiger