Εκδικητικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: εκδικητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захисти, каральний, мстивий, мстива, мстітельний
Εκδικητικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκδικητικός

εκδικητικός συνώνυμα, εκδικητικός αγγλικά, εκδικητικός άνθρωπος, εκδικητικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εκδικητικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εκδηλωτικός στα ουκρανικά - витрати, витікання, вихідний, демонстративний, демонстративна, демонстраційний, демонстративну, ...
  • εκδικάζω στα ουκρανικά - спроба, куштувати, пробувати, намагатися, ekdikazo
  • εκδικούμαι στα ουκρανικά - слуга, мстіть, винагороджувати, винагородити, нагороджувати, винагороджуватиме
  • εκδοχή στα ουκρανικά - віршування, версія, версия
Τυχαίες λέξεις
Εκδικητικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захисти, каральний, мстивий, мстива, мстітельний