Εκδικητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκδικητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kerštingas, Atriebīgs, Mściwy, Pamiętliwy
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκδικητικός
εκδικητικός συνώνυμα, εκδικητικός αγγλικά, εκδικητικός άνθρωπος, εκδικητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκδικητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκδηλωτικός στα λιθουανικά - demonstratyvus, demonstracinio, parodomasis, ty demonstracinio, Norādāmais
- εκδικάζω στα λιθουανικά - pastangos, bandymas, tikrinti, pastanga, ekdikazo
- εκδικούμαι στα λιθουανικά - atsimokėti, atmokėti, gauti atpildą, atsilygini, atlyginsiu
- εκδοχή στα λιθουανικά - versija, versiją, redakcija, portalo, version
Τυχαίες λέξεις
Εκδικητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kerštingas, Atriebīgs, Mściwy, Pamiętliwy
Μεταφράσεις: kerštingas, Atriebīgs, Mściwy, Pamiętliwy