Εκδικητικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εκδικητικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vingativo, vingativa, vingativos, vindictive, vingança
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκδικητικός
εκδικητικός συνώνυμα, εκδικητικός αγγλικά, εκδικητικός άνθρωπος, εκδικητικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκδικητικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εκδηλωτικός στα πορτογαλικά - demonstrativo, demonstrativa, demonstrativos, demonstrativas, de demonstração
- εκδικάζω στα πορτογαλικά - ensaiar, tentar, verdade, provar, esforço, experimentar, ekdikazo
- εκδικούμαι στα πορτογαλικά - desforrar, vingar, recompensar, retribuir, requite, que recompensas, Recompensais
- εκδοχή στα πορτογαλικά - versão, adaptação, tradução, ajuste, verso, versão de, a versão, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκδικητικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vingativo, vingativa, vingativos, vindictive, vingança
Μεταφράσεις: vingativo, vingativa, vingativos, vindictive, vingança