Επιχειρηματικός στα γερμανικά
Μετάφραση: επιχειρηματικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unternehmungslustig, unternehmungs, unternehmungslustige, unternehmungslustigen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιχειρηματικός
επιχειρηματικός χάρτης της ελλάδας, επιχειρηματικός σχεδιασμός και πληροφοριακά συστήματα, επιχειρηματικός σχεδιασμός, επιχειρηματικός κίνδυνος, επιχειρηματικός οδηγός, επιχειρηματικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επιχειρηματικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επιχείρηση στα γερμανικά - beschäftigung, beruf, job, vorschlag, operation, arbeitsgang, geschäftlich, ...
- επιχειρηματίας στα γερμανικά - existenzgründer, unternehmer, Geschäftsmann, Unternehmer, Kaufmann, Geschäfts
- επιχειρηματολογώ στα γερμανικά - argumentieren, streiten, ich behaupte,, ich argumentiere, ich behaupte, ich plädiere
- επιχειρώ στα γερμανικά - spekulation, risiko, Versuch, versucht, versuchen
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρηματικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: unternehmungslustig, unternehmungs, unternehmungslustige, unternehmungslustigen
Μεταφράσεις: unternehmungslustig, unternehmungs, unternehmungslustige, unternehmungslustigen