Ερευνώ στα γερμανικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
untersuchen, abtastung, abtasten, erforschen, überfliegen, zu untersuchen, untersucht
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, ερευνώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα γερμανικά - umstritten, beweiskräftig, ereistikos
- ερευνητής στα γερμανικά - wissenschaftler, rechercheur, forscher, Forscher, Wissenschaftler, Forscherin, Forschers
- ερημίτης στα γερμανικά - einsiedler, eremit, Einsiedler, Eremit, Eremiten, Einsiedlers
- ερημικός στα γερμανικά - abgesondert, zurückgezogen, abgeschlossen, Einsiedler, recluse, Mönch, Einsiedlerin, ...
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: untersuchen, abtastung, abtasten, erforschen, überfliegen, zu untersuchen, untersucht
Μεταφράσεις: untersuchen, abtastung, abtasten, erforschen, überfliegen, zu untersuchen, untersucht