Ερευνώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пытацца, даследаваць, дасьледаваць
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ερευνώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα λευκορωσικά - ereistikos
- ερευνητής στα λευκορωσικά - даследчык, даследнік, дасьледчык
- ερημίτης στα λευκορωσικά - пустэльнік, самотнік, пустэльнік можа
- ερημικός στα λευκορωσικά - пустэльнік, самотнік, пустэльнік можа
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пытацца, даследаваць, дасьледаваць
Μεταφράσεις: пытацца, даследаваць, дасьледаваць