Ερευνώ στα ολλανδικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
scanderen, onderzoeken, te onderzoeken, onderzoek, onderzocht, onderzoekt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ερευνώ στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα ολλανδικά - ereistikos
- ερευνητής στα ολλανδικά - onderzoeker, onderzoekers, onderzoekster
- ερημίτης στα ολλανδικά - heremiet, kluizenaar, Hermit, van de Kluizenaar, kluizenaar van
- ερημικός στα ολλανδικά - geïsoleerd, alleenstaand, kluizenaar, recluse, heremiet, kluizenares, afgezonderd
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: scanderen, onderzoeken, te onderzoeken, onderzoek, onderzocht, onderzoekt
Μεταφράσεις: scanderen, onderzoeken, te onderzoeken, onderzoek, onderzocht, onderzoekt