Ερευνώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
испита, истражува, истражи, истражуваат, се испита
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ερευνώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα σλαβομακεδονικά - ereistikos
- ερευνητής στα σλαβομακεδονικά - истражувач, истражувачот, истражувач на, истражувачите, истражувачи
- ερημίτης στα σλαβομακεδονικά - пустиникот, пустиник, испосник, отшелник, пустиножител
- ερημικός στα σλαβομακεδονικά - осаменик, осаменикот, затвори, отшелник, саможив
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: испита, истражува, истражи, истражуваат, се испита
Μεταφράσεις: испита, истражува, истражи, истражуваат, се испита