Ερευνώ στα ιταλικά
Μετάφραση: ερευνώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
chiedere, indagare, investigare, studiare, esaminare, indagini
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερευνώ
ερευνώ συνώνυμα, ερευνώ το φυσικό κόσμο, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική στ δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού, ερευνώ και ανακαλύπτω φυσική ε δημοτικού τετράδιο εργασιών, ερευνώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, ερευνώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ερειστικός στα ιταλικά - ereistikos
- ερευνητής στα ιταλικά - ricercatore, ricercatrice, ricercatori, ricercatore di, il ricercatore
- ερημίτης στα ιταλικά - romito, eremita, solitario, dell'eremita, eremitica, hermit
- ερημικός στα ιταλικά - eremita, recluso, reclusa, recluse, solitario
Τυχαίες λέξεις
Ερευνώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: chiedere, indagare, investigare, studiare, esaminare, indagini
Μεταφράσεις: chiedere, indagare, investigare, studiare, esaminare, indagini