Καθημερινός στα γερμανικά
Μετάφραση: καθημερινός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
täglich, tägliche, täglichen, Tages, tägliches
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθημερινός
καθημερινός συνώνυμο, καθημερινόσ συνώνυμα, καθημερινός καθαρισμός προσώπου, καθημερινός πολιτισμός, καθημερινός πονοκέφαλος, καθημερινός λεξικό γλώσσας γερμανικά, καθημερινός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- καθηγήτρια στα γερμανικά - instrukteur, pädagoge, lehrkraft, pädagogin, lehrer, lehrerin, kursleiter, ...
- καθηγητής στα γερμανικά - hochschullehrer, pädagogin, lehrkraft, professor, professorin, pädagoge, instrukteur, ...
- καθησυχάζω στα γερμανικά - beruhigen, tranquilize, betäuben, zu beruhigen, eine beruhigende
- καθησύχαση στα γερμανικά - rückversicherung, Versicherung, Beruhigung, Bestätigung, Gewissheit, Beruhigungs
Τυχαίες λέξεις
Καθημερινός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: täglich, tägliche, täglichen, Tages, tägliches
Μεταφράσεις: täglich, tägliche, täglichen, Tages, tägliches