Κερδίζω στα γερμανικά
Μετάφραση: κερδίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verdienen, gewinnen, siegen, erlangen, Sieg, Gewinn, Win
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κερδίζω
κερδίζω χρόνο στα αγγλικά, κερδίζω τισ εντυπώσεισ, κερδίζω χρόνο, κερδίζω χρήματα, κερδίζω χρόνο μετάφραση, κερδίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, κερδίζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κεραμική στα γερμανικά - keramik, Keramik, Keramiken
- κεραμικός στα γερμανικά - keramisch, keramik, Keramik, keramischen, keramische
- κερδομανής στα γερμανικά - zupackend, gierig, packend, geldgierig, kerdomanis
- κερδοσκοπία στα γερμανικά - vermutung, rätselraten, spekulation, mutmaßung, Spekulation, Spekulationen, Spekulations, ...
Τυχαίες λέξεις
Κερδίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: verdienen, gewinnen, siegen, erlangen, Sieg, Gewinn, Win
Μεταφράσεις: verdienen, gewinnen, siegen, erlangen, Sieg, Gewinn, Win