Λοξοκοιτάζω στα γερμανικά
Μετάφραση: λοξοκοιτάζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schielen, loxokoitazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξοκοιτάζω
λοξοκοιτάζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, λοξοκοιτάζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λοξά στα γερμανικά - seitwärts, schief, schräg, schräg nach, sich schräg
- λοξοδρομώ στα γερμανικά - schleudern, ausbrechen, ablenkung, drehen, abweichung, gieren, pur, ...
- λοξός στα γερμανικά - mittelbar, krumm, schräg, unredlich, versteckt, indirekt, verblümt, ...
- λοξότητα στα γερμανικά - schiefe, unregelmäßigkeit, schiefheit, Schiefe, schräg, schief, verzerren
Τυχαίες λέξεις
Λοξοκοιτάζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: schielen, loxokoitazo
Μεταφράσεις: schielen, loxokoitazo