Λοξοκοιτάζω στα πολωνικά
Μετάφραση: λοξοκοιτάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zezowatość, mrużyć, zezować, zez, zerkać, loxokoitazo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοξοκοιτάζω
λοξοκοιτάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, λοξοκοιτάζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λοξά στα πολωνικά - podejrzliwie, skośnie, ukośnie, ukośnie do, się ukośnie, ukośnie w
- λοξοδρομώ στα πολωνικά - zboczenie, odchylać, zbaczać, skręcać, zwykły, czysty, sama, ...
- λοξός στα πολωνικά - krzywo, nieuczciwy, niewyraźny, opaczny, obcinać, skośnie, nieszczery, ...
- λοξότητα στα πολωνικά - ukośność, pośredniość, fałsz, pochyłość, skośność, nieuczciwość, krzywy, ...
Τυχαίες λέξεις
Λοξοκοιτάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zezowatość, mrużyć, zezować, zez, zerkać, loxokoitazo
Μεταφράσεις: zezowatość, mrużyć, zezować, zez, zerkać, loxokoitazo