Λοξοκοιτάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: λοξοκοιτάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kallak, kissitama, kõõritama, loxokoitazo
Λοξοκοιτάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοξοκοιτάζω

λοξοκοιτάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, λοξοκοιτάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • λοξά στα εσθονικά - kõõrdi, viltu, kaldu, viltuse, juhitakse kaldu, mis juhitakse kaldu
  • λοξοδρομώ στα εσθονικά - puhas, õhuke, ainuüksi, tekiga, puhtalt
  • λοξός στα εσθονικά - kaudne, vääriti, viltu, kaldus, viltune, kaldu, kaldus asetusega, ...
  • λοξότητα στα εσθονικά - viltune, vildakuse, vötab kaamera jälle, nurgeti pööramist, kaldne
Τυχαίες λέξεις
Λοξοκοιτάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kallak, kissitama, kõõritama, loxokoitazo