Μυώ στα γερμανικά

Μετάφραση: μυώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anfänger, gelehrte, myo, von myo, myo-
Μυώ στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυώ

μυώ λεξικο, μυώ συνώνυμα, μυώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, μυώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μυωπικός στα γερμανικά - kurzsichtig, kurzsichtigen, kurzsichtige, myopischen, myopische
  • μυϊκός στα γερμανικά - muskulös, Muskel, muskulösen, muskuläre, muskulöse
  • μυώδης στα γερμανικά - muskulös, Muskel, muskulösen, muskuläre, muskulöse
  • μωβ στα γερμανικά - violett, lila, blaurot, purpurrot, königlich, Purpur, purple
Τυχαίες λέξεις
Μυώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: anfänger, gelehrte, myo, von myo, myo-