Μυώ στα δανικά

Μετάφραση: μυώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
myo, myo-, -myo
Μυώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυώ

μυώ λεξικο, μυώ συνώνυμα, μυώ λεξικό γλώσσας δανικά, μυώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μυωπικός στα δανικά - nærsynet, myopisk, myopiske, snæversynet, kortsigtet
  • μυϊκός στα δανικά - muskuløs, muskulære, muskelkraft, muskuløse, muskulær
  • μυώδης στα δανικά - muskuløs, muskulære, muskelkraft, muskuløse, muskulær
  • μωβ στα δανικά - lilla, lila, purple, violet, purpur
Τυχαίες λέξεις
Μυώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: myo, myo-, -myo