Μυώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μυώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inicial, iniciar, mio, myo, mio-, de mio
Μυώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυώ

μυώ λεξικο, μυώ συνώνυμα, μυώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μυώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μυωπικός στα πορτογαλικά - míope, míopes, miopia, myopic, miópica
  • μυϊκός στα πορτογαλικά - muscular, musculoso, musculares, muscular de
  • μυώδης στα πορτογαλικά - muscular, musculoso, musculares, muscular de
  • μωβ στα πορτογαλικά - real, depurar, roxo, púrpura, roxa, purple, roxos
Τυχαίες λέξεις
Μυώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inicial, iniciar, mio, myo, mio-, de mio