Πεισματικά στα γερμανικά

Μετάφραση: πεισματικά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hartnäckig, stur, störrisch, trotzig, beharrlich
Πεισματικά στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεισματικά

πεισματικά λεξικό γλώσσας γερμανικά, πεισματικά στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πειρατής στα γερμανικά - pirat, seeräuber, plagiator, Pirat, Piraten, pirate
  • πεισματάρης στα γερμανικά - starrköpfig, dickköpfig, eigensinnig, hartnackig, hartnäckig, widerspenstig, stur, ...
  • πεισμωμένος στα γερμανικά - hartnäckig, starrköpfig, stur, dickköpfig, widerspenstig, eigensinnig, hartnackig, ...
  • πειστήριο στα γερμανικά - probe, korrekturfahne, korrekturbogen, bestätigung, zeugnis, nachweis, beweis, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεισματικά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hartnäckig, stur, störrisch, trotzig, beharrlich