Υπερπληθυσμός στα γερμανικά
Μετάφραση: υπερπληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
übervölkerung, Überbevölkerung, Übervölkerung, Bevölkerung, die Überbevölkerung
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπερπληθυσμός
υπερπληθυσμός και περιβάλλον, υπερπληθυσμός φυλακών, υπερπληθυσμός της γης, υπερπληθυσμός των φυλακών, ινδία υπερπληθυσμός, υπερπληθυσμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, υπερπληθυσμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- υπεροχή στα γερμανικά - trefflichkeit, vorrang, vollkommenheit, perfektion, vorzüglichkeit, vortritt, vorrangstellung, ...
- υπεροψία στα γερμανικά - überheblichkeit, hochmut, arroganz, Arroganz, Überheblichkeit, Hochmut, Anmaßung
- υπερπόντιος στα γερμανικά - überseeisch, ausländisch, Übersee-, in Übersee, nach Übersee, aus Übersee, Übersee
- υπερφορτώνω στα γερμανικά - überlasten, überlast, überlastung, Überlast, Überlastung, Überlastungs
Τυχαίες λέξεις
Υπερπληθυσμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: übervölkerung, Überbevölkerung, Übervölkerung, Bevölkerung, die Überbevölkerung
Μεταφράσεις: übervölkerung, Überbevölkerung, Übervölkerung, Bevölkerung, die Überbevölkerung