Υπερπληθυσμός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υπερπληθυσμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
superpopulação, overpopulation, a superpopulação, sobrepopulação, da superpopulação
Υπερπληθυσμός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερπληθυσμός

υπερπληθυσμός και περιβάλλον, υπερπληθυσμός φυλακών, υπερπληθυσμός της γης, υπερπληθυσμός των φυλακών, ινδία υπερπληθυσμός, υπερπληθυσμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπερπληθυσμός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υπεροχή στα πορτογαλικά - superioridade, a superioridade, de superioridade, superiority, superioridade de
  • υπεροψία στα πορτογαλικά - arrogância, a arrogância, soberba, prepotência, arrogance
  • υπερπόντιος στα πορτογαλικά - no exterior, ultramarino, no ultramar, exterior, no estrangeiro
  • υπερφορτώνω στα πορτογαλικά - sobrecarregar, sobrecarga, sobrecarga de, de sobrecarga, a sobrecarga, sobrecarga do
Τυχαίες λέξεις
Υπερπληθυσμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: superpopulação, overpopulation, a superpopulação, sobrepopulação, da superpopulação