Αγοραστής στα δανικά
Μετάφραση: αγοραστής, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
køber, køberen, købers, køberens
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγοραστής
αγοραστήσ υπηρεσιών υγείασ, αγοραστής του 902, αγοραστής τέζα, η αγοραστής, προσωπικός αγοραστής, αγοραστής λεξικό γλώσσας δανικά, αγοραστής στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγοράζω στα δανικά - indkøb, købe, køb, køber, at købe, indkøbe
- αγορίστικός στα δανικά - drenget, drengede, drengeagtig, drengeagtige, en drenget
- αγορεύω στα δανικά - påberåbe, påberåbe sig, paaberaabe sig, paaberaabe
- αγράμματος στα δανικά - analfabeter, analfabet, analfabetisk, er analfabeter
Τυχαίες λέξεις
Αγοραστής στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: køber, køberen, købers, køberens
Μεταφράσεις: køber, køberen, købers, køberens